Eξοντωτικά μέτρα για μισθωτούς, συνταξιούχους, ελεύθερους επαγγελματίες και ιδιοκτήτες ακινήτων, περιέχει το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που δόθηκε στα κόμματα για διαβούλευση. Το νομοσχέδιο αυξάνει σημαντικά τους φόρους για όσους έχουν παιδιά ένα θέμα που προκαλεί αντιδράσεις από ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜ.ΑΡ. Ωστόσο, απαλείφει τις διατάξεις για αποζημίωση του εφάπαξ που είχε προκαλέσει...θύελλα. Χιλιάδες ιδιοκτήτες ακινήτων που εισπράττουν ενοίκια θα βρεθούν μπροστά στην φορολόγησή τους με συντελεστή 10% για τα εισοδήματα μέχρι 12.000 ευρώ και 33% για το τμήμα πάνω από τα 12.000 ευρώ.
Οι φόροι, σε σύγκριση με το σημερινό καθεστώς, μπορεί να αυξηθούν από 3% έως 500% ενώ θα υπάρξουν μειώσεις για εισοδήματα από ενοίκια πάνω από 75.000 ευρώ. Σήμερα κάποιος που έχει εισοδήματα έως 6.000 ευρώ μόνο από ενοίκια πληρώνει φόρο 100 ευρώ. Με το νέο σχέδιο ο φόρος με συντελεστή 10% θα εκτοξευτεί στα 600 ευρώ!
Η κυβέρνηση προσανατολίζεται επίσης στη μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης μόνο για τα αυτοκίνητα και ειδικά για όσα είναι μέχρι 1.600 κ.ε. όπου η μείωση θα είναι γύρω στο 20%. Για ακίνητα, σκάφη, πισίνες, δίδακτρα ιδιωτικών σχολείων τα τεκμήρια θα διατηρηθούν.
Στο φορολογικό νομοσχέδιο προβλέπεται επίσης φορολογική κλίμακα με τρεις συντελεστές, δηλαδή 21% από το πρώτο ευρώ μέχρι 25.000 ευρώ, 36% από το ποσό αυτό μέχρι τις 48.000 ευρώ και 45% για τα υψηλότερα κλιμάκια. Η κατάργηση του αφορολόγητου των 5.000 ευρώ θα αντικατασταθεί με ελάφρυνση φόρου 1.950 ευρώ για εισοδήματα μέχρι 18.000 ευρώ.
Υψηλούς φόρους θα πληρώσουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες καθώς θα υπάρχουν συντελεστές 26% για τα πρώτα 50.000 ευρώ και 33% για υψηλότερα εισοδήματα.
Στο 26% από 20% θα πάει ο φόρος για τα αδιανέμητα κέρδη των επιχειρήσεων ενώ μειώνεται στο 10% από 25% ο συντελεστής φορολόγησης μερισμάτων.
Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι στο νομοσχέδιο δεν υπάρχει διάταξη για τις αποδείξεις, κάτι που θα μπορούσε να σημαίνει ότι θα καταργηθούν πλήρως ή θα αντικατασταθούν με κίνητρα για τη χρήση του «πλαστικού χρήματος».
Στο αρχικό κείμενο προβλεπόταν ότι κάθε μισθωτός και συνταξιούχος θα πρέπει να συγκεντρώνει αποδείξεις αξίας μέχρι ποσού που ισοδυναμεί με το 25% του μέχρι τις 42.000 ευρώ δηλούμενου και φορολογούμενου με την κλίμακα ατομικού εισοδήματος του. Δηλαδή για ποσό εισοδήματος άνω των 42.000 ευρώ, οι αποδείξεις που θα έπρεπε να μαζευτούν δεν μπορούσαν να υπερβαίνουν πλέον το ποσό των 10.500 ευρώ (το 25% των 42.000 ευρώ). Αν το ποσό των προσκομιζόμενων αποδείξεων δαπανών υπολειπόταν του απαιτούμενου ποσού, επί της διαφοράς θα επιβαλλόταν φόρος 21%.
Οι φόροι, σε σύγκριση με το σημερινό καθεστώς, μπορεί να αυξηθούν από 3% έως 500% ενώ θα υπάρξουν μειώσεις για εισοδήματα από ενοίκια πάνω από 75.000 ευρώ. Σήμερα κάποιος που έχει εισοδήματα έως 6.000 ευρώ μόνο από ενοίκια πληρώνει φόρο 100 ευρώ. Με το νέο σχέδιο ο φόρος με συντελεστή 10% θα εκτοξευτεί στα 600 ευρώ!
Η κυβέρνηση προσανατολίζεται επίσης στη μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης μόνο για τα αυτοκίνητα και ειδικά για όσα είναι μέχρι 1.600 κ.ε. όπου η μείωση θα είναι γύρω στο 20%. Για ακίνητα, σκάφη, πισίνες, δίδακτρα ιδιωτικών σχολείων τα τεκμήρια θα διατηρηθούν.
Στο φορολογικό νομοσχέδιο προβλέπεται επίσης φορολογική κλίμακα με τρεις συντελεστές, δηλαδή 21% από το πρώτο ευρώ μέχρι 25.000 ευρώ, 36% από το ποσό αυτό μέχρι τις 48.000 ευρώ και 45% για τα υψηλότερα κλιμάκια. Η κατάργηση του αφορολόγητου των 5.000 ευρώ θα αντικατασταθεί με ελάφρυνση φόρου 1.950 ευρώ για εισοδήματα μέχρι 18.000 ευρώ.
Υψηλούς φόρους θα πληρώσουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες καθώς θα υπάρχουν συντελεστές 26% για τα πρώτα 50.000 ευρώ και 33% για υψηλότερα εισοδήματα.
Στο 26% από 20% θα πάει ο φόρος για τα αδιανέμητα κέρδη των επιχειρήσεων ενώ μειώνεται στο 10% από 25% ο συντελεστής φορολόγησης μερισμάτων.
Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι στο νομοσχέδιο δεν υπάρχει διάταξη για τις αποδείξεις, κάτι που θα μπορούσε να σημαίνει ότι θα καταργηθούν πλήρως ή θα αντικατασταθούν με κίνητρα για τη χρήση του «πλαστικού χρήματος».
Στο αρχικό κείμενο προβλεπόταν ότι κάθε μισθωτός και συνταξιούχος θα πρέπει να συγκεντρώνει αποδείξεις αξίας μέχρι ποσού που ισοδυναμεί με το 25% του μέχρι τις 42.000 ευρώ δηλούμενου και φορολογούμενου με την κλίμακα ατομικού εισοδήματος του. Δηλαδή για ποσό εισοδήματος άνω των 42.000 ευρώ, οι αποδείξεις που θα έπρεπε να μαζευτούν δεν μπορούσαν να υπερβαίνουν πλέον το ποσό των 10.500 ευρώ (το 25% των 42.000 ευρώ). Αν το ποσό των προσκομιζόμενων αποδείξεων δαπανών υπολειπόταν του απαιτούμενου ποσού, επί της διαφοράς θα επιβαλλόταν φόρος 21%.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου